Στις 4 Νοεμβρίου 2005 ο Σύλλογος Ομοιοπαθητικών Ελλάδος σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κεντρικό Συμβούλιο Ομοιοπαθητικής (ECCH) διοργάνωσε διάλεξη στο Ιωνικό Κέντρο στην Πλάκα με θέμα “Η Αναγνώριση και Άσκηση της Ομοιοπαθητικής στην Ευρώπη” με ομιλητές τους Petter Viksveen, Προέδρου του ECCH και Stephen Gordon, Γενικού Γραμματέα του ECCH..

Το ECCH ιδρύθηκε το 1990 και αντιπροσωπεύει τους ομοιοπαθητικούς στην Ευρώπη, και επικεντρώνει τις αντιπροσωπευτικές της δραστηριότητες εντός των ορίων της Ευρώπης και ιδιαιτέρως εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Μέχρι στιγμής εκπροσωπείται από 27 συλλόγους από 23 χώρες: Αρμενία, Βέλγιο, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Γερμανία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Δανία, Ελβετία, Ελλάδα, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Ισραήλ, Ιταλία, Ισπανία, Κροατία, Νορβηγία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Πολωνία, ΠΓΔΜ, Σερβία-Μαυροβούνιο, Σουηδία, Φινλανδία.

Το ECCH είναι ο μόνος οργανισμός Συμπληρωματικής και Εναλλακτικής Ιατρικής που κατέχει συμβουλευτική θέση ως Μη Κυβερνητική Οργάνωση με το Συμβούλιο της Ευρώπης, και είναι associate μέλος στην Ευρωπαϊκή Συμμαχία Δημόσιας Υγείας. Το όραμα του είναι να προσφέρει τα οφέλη της υψηλής ποιότητας ομοιοπαθητικής θεραπείας σε όλους τους Ευρωπαίους, και δεσμεύεται για τη συνέχιση αυτής της εργασίας με τους συλλόγους-μέλη του, ώστε να εξασφαλίσει ενιαία υψηλά κριτήρια για το επάγγελμα των ομοιοπαθητικών στην Ευρώπη. Επιπλέον, για να συμβάλει στην ανάπτυξη και εναρμόνιση του ομοιοπαθητικού επαγγέλματος στην Ευρώπη έχει δημιουργήσει έναν αριθμό οδηγιών και πολιτικών εγγράφων.

Στην εισαγωγική ομιλία του ο Γεράσιμος Στουραϊτης, ιδρυτής του Ιπποκράτειου Κέντρου Κλασσικής Ομοιοπαθητικής και Πρόεδρος του Συλλόγου Ομοιοπαθητικών Ελλάδος (ΣΟΕ) μεταξύ άλλων είπε:
«Όταν το 1997 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε το υπ’ αριθμόν Α4-0075/97 ψήφισμα σχετικώς με την αναγνώριση της Ομοιοπαθητικής, πολλοί από εμάς είπαμε: «Επιτέλους, αυτό το σημαντικό θέμα για την δημόσια υγεία θα διευθετηθεί ώστε ούτε κάποιοι να διατείνονται πως μόνον αυτοί μπορούν να ασκούν την ομοιοπαθητική ούτε κάποιοι άλλοι να αυτοπροβάλλονται ως ομοιοπαθητικοί χωρίς να είναι».

Τι έλεγε, μεταξύ άλλων, το ψήφισμα αυτό; Έλεγε ότι η ομοιοπαθητική προφανώς ανεξάρτητη της συμβατικής ιατρικής, θα πρέπει να τύχει της προσοχής στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ακόμα δεν την έχουν αναγνωρίσει, και προέτρεπε αυτά τα κράτη-μέλη να προβούν στην δημιουργία Επιτροπών, προφανώς με την συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων, ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία αναγνώρισης.

Η Πορτογαλία ήδη από τον Οκτώβριο 2003 αναγνώρισε την άσκηση της Ομοιοπαθητικής από μη γιατρούς και σύντομα θα ακολουθήσουν και άλλα κράτη, εκτός εκείνων που ήδη προ πολλού την έχουν αναγνωρίσει. Τι γίνεται στην Ελλάδα; Ως συνήθως τίποτα! Τίποτα, παρά της επανειλημμένες ενέργειες του ΣΟΕ προς το αρμόδιο Υπουργείο. Σκεφθείτε, επίσης, πόσο θα μείωνε την ανεργία η δημιουργία ενός νέου επαγγέλματος! Ας φθάσει έστω αυτό στα αυτιά των πολιτικών μας!»

Επίσης τόνισε ότι:
«Της άσκησης της Ομοιοπαθητικής προηγείται η σωστή και πλήρης εκπαίδευση σ'αυτήν. Το ECCH, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κλασσικής Ομοιοπαθητικής, έχει συντάξει πλήρες πρόγραμμα σπουδών. ώστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση η εκπαίδευση των Ομοιοπαθητικών να είναι εξ ίσου πλήρης και σωστή σε όλα τα κράτη-μέλη, διότι αυτό προστάζει το συμφέρον της υγείας των πολιτών που επιλέγουν την Ομοιοπαθητική».

O Petter Viksveen, Πρόεδρος του ECCH, μίλησε γενικά για το ECCH και συγκεκριμένα για την άσκηση και αναγνώριση της ομοιοπαθητικής στην Ευρώπη.

Μεταξύ άλλων ενημέρωσε το κοινό για το τι λένε τα διάφορα Ευρωπαϊκά Ινστιτούτα, όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ). Συγκεκριμένα είπε τα εξής:
«Το 1999 το Συμβούλιο της Ευρώπης στην απόφασή του για τις μη συμβατικές θεραπείες δήλωσε ότι:
• Η ομοιοπαθητική είναι μία από τις τέσσερις καλλίτερα καθιερωμένες ΣΕΙ (ΣΕΙ = Συμπληρωματική Εναλλακτική Ιατρική) θεραπείες στην Ευρώπη
• Θα πρέπει να είναι δυνατή η συνύπαρξη και αλληλοσυμπλήρωση των διαφόρων μορφών ιατρικής
• Εναλλακτικές ή συμπληρωματικές μορφές ιατρικής μπορούν να ασκηθούν από ιατρούς συμβατικής ιατρικής καθώς και από οποιονδήποτε καλώς εκπαιδευμένο ασκούντα μη συμβατικής ιατρικής (ο ασθενής θα μπορεί να συμβουλεύεται τον ένα ή τον άλλο, είτε έπειτα από παραπομπή του/της οικογενειακού/ής ιατρού, είτε έπειτα από ατομική ελεύθερη βούληση του/της), εφόσον επικρατούν ηθικές αρχές.

Ας τονισθεί εδώ ότι οι σύλλογοι μέλη του ECCH εκπροσωπούν ομοιοπαθητικούς ή ομοιοπαθητικούς και ιατρούς που ασκούν την ομοιοπαθητική. Οι ομοιοπαθητικοί είναι επαγγελματίες οι οποίοι έχουν λάβει πλήρη εκπαίδευση και πρακτική άσκηση στην ομοιοπαθητική ως τέτοια, δηλαδή ως ξεχωριστό κλινικό κλάδο. Η εκπαίδευση αυτή περιλαμβάνει την εις βάθος γνώση και κατανόηση της θεωρίας και της ασκήσεως της ομοιοπαθητικής, καθώς και την κατάλληλη συμβατική ιατρική εκπαίδευση.

Οι ομοιοπαθητικοί ιατροί είναι ιατροί οι οποίοι επίσης έχουν σπουδάσει την ομοιοπαθητική ως μεταπτυχιακή εκπαίδευση, έπειτα από την καθιερωμένη ιατρική τους σπουδή. Σε σύγκριση με τον μεγάλο αριθμό των ιατρών, ο αριθμός των ιατρών που ασκούν την ομοιοπαθητική είναι σχετικά μικρός. Το γεγονός αυτό εν μέρη εξηγεί γιατί έχει αυξηθεί τόσο γρήγορα ο αριθμός των ομοιοπαθητικών στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο. Η αύξηση της ζητήσεως της ομοιοπαθητικής από τους ασθενείς δεν μπορεί να καλυφθεί επαρκώς μόνο από τους ιατρούς που την ασκούν.

Το 1997 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε απόφαση η οποία καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αρχίσει την διαδικασία αναγνωρίσεως μη συμβατικών μορφών ιατρικής μετά από την διενέργεια των απαραίτητων ερευνών, και επίσης να αναπτύξουν ερευνητικά προγράμματα σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα αυτών των ιατρικών.

Τον Μάιο του 2002 ο ΠΟΥ εξέδωσε πολιτικό έγγραφο για την Παραδοσιακή/Συμπληρωματική και Εναλλακτική Ιατρική (Π/ΣΕΙ). Έγινε ένας αριθμός πολιτικών συστάσεων σχετικά με τους ασκούντες την Π/ΣΕΙ. Μεταξύ άλλων οι εθνικές κυβερνήσεις οφείλουν να:
• Ιδρύσουν/καθιερώσουν μητρώα και άδεια ασκήσεως στους παρέχοντες αυτές
• Αναγνωρίσουν τον ρόλο αυτών που παρέχουν Π/ΣΕΙ στην παροχή υγείας
• Αναβαθμίσουν τις ικανότητες αυτών που παρέχουν Π/ΣΕΙ
• Αναπτύξουν εκπαιδευτικές οδηγίες για τις πιο συχνά χρησιμοποιούμενες Π/ΣΕΙ θεραπείες
• Ενισχύσουν και να αυξήσουν την οργάνωση αυτών που παρέχουν Π/ΣΕΙ
• Ενισχύσουν την συνεργασία μεταξύ αυτών που παρέχουν Π/ΣΕΙ και άλλων ασκούντων επαγγέλματα υγείας.

Όπως συνέστησε το Συμβούλιο της Ευρώπης, οι ασθενείς στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης μπορούν να συμβουλεύονται είτε ιατρούς που ασκούν ΣΕΙ θεραπείες είτε καλώς εκπαιδευμένους ασκούντες μη συμβατικές θεραπείες όπως η ομοιοπαθητική».

Επίσης στην ομιλία του αναφέρθηκε στην κατάσταση της ασκήσεως και αναγνωρίσεως της ομοιοπαθητικής σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες όπως Νορβηγία, Δανία, Σουηδία, Ισλανδία, Βέλγιο, Ολλανδία, Πορτογαλία, και Γερμανία. Συγκεκριμένα είπε ότι:
«Ο Νορβηγικός Ομοιοπαθητικός Σύλλογος, ο οποίος είναι μέλος του ECCH, ιδρύθηκε το 1930. Ο σύλλογος αποτελείται κυρίως από ομοιοπαθητικούς, και λίγους ομοιοπαθητικούς ιατρούς. Είναι όμως γεγονός ότι στην Νορβηγία δεν υπάρχει ξεχωριστός σύλλογος για ιατρούς που ασκούν την ομοιοπαθητική. Στατιστικές έρευνες έδειξαν ότι ένα 37% του συνολικού πληθυσμού της χώρας έχει χρησιμοποιήσει κάποια στιγμή την ομοιοπαθητική, και η χρήση της αυξάνει συνεχώς. Ένας νέος νόμος ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1 Ιανουαρίου 2004, παρέχει το νομικό πλαίσιο για την άσκηση της ομοιοπαθητικής και άλλων μορφών συμπληρωματικών και εναλλακτικών θεραπειών. Ο σκοπός αυτού του νόμου είναι να συμβάλει στην ασφάλεια των ασθενών που αναζητούν ή λαμβάνουν εναλλακτική θεραπεία, και να ρυθμίσουν το δικαίωμα της ασκήσεως αυτής της θεραπείας. Επίσης ο νέος αυτός νόμος ίδρυσε το κρατικό μητρώο των ασκούντων ΣΕΙ. Επειδή ο Νορβηγικός Ομοιοπαθητικός Σύλλογος έχει καθιερωμένα κριτήρια τα οποία κάλυπταν τα Κρατικά κριτήρια αυτού του νέου μητρώου, οι ομοιοπαθητικοί είναι οι πρώτοι και επί του παρόντος οι μόνοι ασκούντες που έγιναν δεκτοί σε αυτό. Έτσι ενώ η εγγραφή στο μητρώο είναι εθελούσια και το επάγγελμα αυτο-ρυθμιζόμενο, το ίδιο αποτελεί ένα είδος επίσημης κρατικής αναγνωρίσεως του επαγγέλματος.

Μάλιστα δίνει στους ομοιοπαθητικούς το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το προστατευόμενο τίτλο «Εγγεγραμμένος Ομοιοπαθητικός».

Τρεις άλλες χώρες ακολούθησαν τα χνάρια της Νορβηγικής Κυβερνήσεως. Πρώτοι ακολούθησαν οι Δανοί που τον Ιούνιο του 2004 ομοίως εισήγαγαν το δημόσιο μητρώο των ασκούντων ΣΕΙ. Το μητρώο περιλαμβάνει ασκούντες οι οποίοι έχουν καλώς ορισμένα εκπαιδευτικά κριτήρια και είναι μέλη ενός επαγγελματικού οργανισμού το οποίο κάνει τις απαραίτητες ενέργειες για εγγραφή στο μητρώο και διατήρηση του.

Η Κυβέρνηση εξέφρασε την ελπίδα ότι η απόφαση θα καταλήξει στην γεφύρωση μεταξύ των ασκούντων εναλλακτικές και συμβατικές θεραπείες προς όφελος της καλλίτερης περιθάλψεως των ασθενών. Ομοίως οι Κυβερνήσεις της Σουηδίας και της Ισλανδίας σκοπεύουν να δημιουργήσουν δημόσια εθελούσια μητρώα για τους ασκούντες ΣΕΙ. Οι Σουηδοί έχουν ήδη συμφωνήσει να χρησιμοποιήσουν χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό ώστε να ιδρυθεί αυτό το μητρώο.

Μέχρι το 1999 η άσκηση των ΣΕΙ θεραπειών στο Βέλγιο ήταν παράνομη, διότι οι θεραπείες αυτές δεν υπήρχαν στο Βελγικό νόμο. Το 1999 εισήχθη προς ψήφιση νομοθεσία που αφορούσε τέσσερις θεραπείες, μία εκ των οποίων είναι η ομοιοπαθητική. Σε εξέλιξη βρίσκεται η ίδρυση επιτροπών και διαδικασιών υπό την νέα νομοθεσία, οι οποίες θα καθιερώσουν το νόμιμο δικαίωμα των ομοιοπαθητικών να ασκούν, εάν και εφόσον είναι εγγεγραμμένοι στο νέο εθνικό μητρώο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η άσκηση των ΣΕΙ θεραπειών επιτρέπεται νομικά στην Ολλανδία από το 1993.

Τον Ιουλίο 2003 το Κοινοβούλιο της Πορτογαλίας ψήφισε υπέρ ενός νέου νόμου ο οποίος αναγνωρίζει την άσκηση της ομοιοπαθητικής και πέντε άλλων ΣΕΙ θεραπειών. Ο νέος αυτός νόμος διαφυλάσσει το δικαίωμα των πολιτών της Πορτογαλίας να επιλέγουν ελεύθερα την θεραπεία της αρεσκείας τους, καθώς επίσης θέτει τις βάσεις για την ρύθμιση των ασκούντων αυτών των θεραπειών ως ανεξάρτητοι επαγγελματίες υγείας. Στην Γερμανία οι μη ιατροί ομοιοπαθητικοί έχουν αναγνωριστεί και ρυθμιστεί από την Γερμανική κυβέρνηση από το 1939, μέσω των Heilpraktikergesetz».

Τέλος τόνισε ότι η χρήση της ομοιοπαθητικής για την θεραπεία ενός εύρους διαφορετικών ασθενειών δεν αποκλείει την ανάγκη της συμβατικής ιατρικής και ότι αντιθέτως χρειαζόμαστε και τα δύο.

Επίσης τόνισε ότι:
«Της άσκησης της Ομοιοπαθητικής προηγείται η σωστή και πλήρης εκπαίδευση σ'αυτήν. Το ECCH, το Ευρωπαϊκό Κεντρικό Συμβούλιο Ομοιοπαθητικής, έχει συντάξει πλήρες πρόγραμμα σπουδών, ώστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση η εκπαίδευση των Ομοιοπαθητικών να είναι εξ ίσου πλήρης και σωστή σε όλα τα κράτη-μέλη, διότι αυτό προστάζει το συμφέρον της υγείας των πολιτών που επιλέγουν την Ομοιοπαθητική».

Ο Stephen Gordon, Γενικός Γραμματέας του ECCH επικεντρώθηκε στην άσκηση της ομοιοπαθητικής στην Αγγλία. Συγκεκριμένα είπε τα εξής:
«Στο Ηνωμένο Βασίλειο η χρήση της ΣΕΙ είναι ευρύτατη, διότι η νομική κατάσταση του ΗΒ επέτρεψε την φυσική αναπτυξή της, η οποία καθοδηγήθηκε από την ζήτηση των ασθενών. Μέχρι πρότεινος οι περισσότερες Συμπληρωματικές και Εναλλακτικές Ιατρικές (ΣΕΙ) πληρώνονταν από τους ιδιώτες. Τώρα ολοένα αυξάνει η παροχή της από το ΕΣΥ, και άνω του 40% των γενικών ιατρών παρέχουν πρόσβαση στην ΣΕΙ. Η αύξηση της χρήσεως της ΣΕΙ αντικατοπτρίζει την κοινή αντίληψη ότι η συμβατική ιατρική (ΣΙ) παρότι σε πολλούς τομείς είναι αποτελεσματική, έχει και περιορισμούς. Υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες η ΣΙ είναι αναποτελεσματική, διότι η ΣΙ εστιάζει πρωτίστως στην ασθένεια, ενώ η ΣΕΙ εστιάζει περισσότερο στον άρρωστο.

Η ΣΙ ενδιαφέρεται να ελέγξει συμπτώματα, ενώ η ΣΕΙ στοχεύει να επαναφέρει τον ασθενή στην υγεία. Το 1993 ο Βρετανικός Ιατρικός Σύλλογος (BMA) εξέδωσε αναφορά, η οποία όρισε την ομοιοπαθητική, τον βελονισμό, την οστεοπαθητική και την χειροπρακτική ως «ξεχωριστούς κλινικούς κλάδους» (Complementary Medicine-new approaches to good practice BMA 1993).

Οι ξεχωριστοί κλινικοί κλάδοι έχουν την δική τους ευδιάκριτη φιλοσοφική και μεθοδολογική βάση, και μπορούν να διδαχθούν και να ασκηθούν ως αυτόνομα επαγγέλματα υγείας. Το 2000 η αναφορά της Επιτροπής για την Επιστήμη και Τεχνολογία της Βουλής των Λόρδων σχετικά με την ΣΕΙ πρότεινε ο βελονισμός και η φυτοθεραπεία να ακολουθήσουν την οστεοπαθητική και την χειροπρακτική και να γίνουν θεσμικώς ρυθμισμένα επαγγέλματα. Σύμφωνα με την αναφορά η θεσμική ρύθμιση της ασκήσεως των ομοιοπαθητικών θα γίνει σε άλλο χρόνο και τούτο διότι η ρύθμιση της ομοιοπαθητική είναι λιγότερο επείγουσα καθώς τα ομοιοπαθητικά φάρμακα (εν αντιθέσει με τους άλλους τέσσερις κλάδους) είναι κατά βάση ασφαλούς/χαμηλού κινδύνου για τους ασθενείς. Η κυβέρνηση του ΗΒ επιδοκίμασε αυτές τις συστάσεις.

Όλες οι ΣΕΙ θεραπείες του ΗΒ έχουν δημιουργήσει Εθνικά Επαγγελματικά Κριτήρια (ΕΕΚ) για κάθε κλάδο. Αυτά τα εθνικά επαγγελματικά κριτήρια έχουν επιδοκιμαστεί από τον κρατικό εκπαιδευτικό φορέα, και θέτουν ποιοί είναι οι συμφωνημένοι στόχοι, τα κριτήρια και οι δεξιότητες του καθενός επαγγέλματος υγείας ξεχωριστά. Τα ΕΕΚ χρησιμοποιούνται ως βάση εγγραφής στα κρατικά μητρώα, και ως μέσω ορισμού της σειράς σπουδών των σχολών και πανεπιστημίων που διδάσκουν τους ΣΕΙ κλάδους.

Η ιδέα της κατανοήσεως των «ορίων ικανότητας» είναι κεντρική στο περιεχόμενο εκάστου ΕΕΚ, στην εκπαίδευση των ομοιοπαθητικών και σε άλλους ΣΕΙ κλάδους. Τα όρια ικανότητας του κάθε επαγγελματία ορίζεται από τους περιορισμούς της εκπαιδεύσεως και εμπειρίας τους, και ως εκ τούτου δεν μπορούν να εφαρμόζουν δεξιότητες για τις οποίες δεν έχουν εκπαιδευτεί. Στο ΗΒ συγκεκριμένα αυτό σημαίνει ότι οι επαγγελματίες ΣΕΙ δεν είναι σε θέση να:
• κάνουν συμβατική ιατρική διάγνωση
• συνταγογραφήσουν συμβατικά φάρμακα
• συμβουλεύσουν ασθενείς να σταματήσουν συμβατικά φάρμακα/αγωγή
• ισχυρίζονται ότι θεραπεύουν συγκεκριμένες ασθένειες π.χ. καρκίνο, σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες
Με άλλα λόγια πρέπει να γνωρίζουν πότε να παραπέμπουν στους ασκούντες συμβατικά επαγγέλματα υγείας γιά άλλες ικανότητες/δεξιότητες.

Στο ΗΒ υπάρχουν 2500 ομοιοπαθητικοί μη ιατροί, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι σε έναν αριθμό διαφορετικών επαγγελματικών συλλόγων, έχουν εκπαιδευτεί σε ιδιωτικά σχολεία ή πανεπιστήμια, και η εκπαίδευση τους είναι ή τετραετούς (διακεκομμένη φοίτηση) ή τριετούς (συνεχής φοίτηση) φοιτήσεως. Μάλιστα τώρα υπάρχουν τρία πανεπιστήμια τα οποία προσφέρουν τριετούς φοιτήσεως πτυχία Bachelor στην ομοιοπαθητική. Επίσης υπάρχουν 300 ιατροί πλήρως εκπαιδευμένοι στην ομοιοπαθητική, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο Σώμα της Ομοιοπαθητικής, και τέλος υπάρχουν 200 ιατροί μερικώς εκπαιδευμένοι επειδή έχουν ολοκληρώσει ένα ετήσιο διακεκομμένης φοιτήσεως εισαγωγικό μάθημα στην ομοιοπαθητική.

Οι ιατροί που ασκούν την ομοιοπαθητική ρυθμίζονται από το Γενικό Ιατρικό Συμβούλιο, όπως άλλωστε όλοι οι ιατροί. Οι ομοιοπαθητικοί ρυθμίζονται από ένα από τους εννέα συλλόγους στους οποίους εθελουσίως έχουν προσχωρήσει. Η αναφορά της Βουλής των Λόρδων του 2000 ζήτησε την δημιουργία ενός μοναδικού για κάθε ΣΕΙ θεραπεία εθνικού μητρώου. Το 2000 δημιουργήθηκε ένα κοινό Συμβούλιο που αποτελείτο από τους εννέα ομοιοπαθητικούς συλλόγους με σκοπό την δημιουργία αυτού του ενιαίου μητρώου ομοιοπαθητικών του ΗΒ προς όφελος των πολιτών. Ημερομηνία ενάρξεως αυτού είναι το 2007.
Το ίδρυμα Prince’s Foundation for Integrated Health οδηγεί στο πάντρεμα των ΣΕΙ με την Συμβατική Ιατρική στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Η κυβέρνηση του ΗΒ χορήγησε στο ίδρυμα αυτό 1,5 εκατ. Ευρώ για να υποστηρίξει της εργασίες βελτιώσεως για την ρύθμιση των ΣΕΙ επαγγελμάτων. Οι ασκούντες ΣΕΙ θεωρούνται ως κεφάλαια στο ΗΒ. Τα τελευταία τρία χρόνια η βρετανική κυβέρνηση χορήγησε 1,5 εκατ. Ευρώ για να αναπτύξει περισσότερη ποιοτική έρευνα στις ΣΕΙ. Πρόσφατα η κυβέρνηση χορήγησε 0,5 εκατ. Ευρώ σε τρεις έρευνες που αφορούν την χρήση των ΣΕΙ στην θεραπεία ασθενών με καρκίνο.

Οι ομοιοπαθητικοί μη ιατροί εργάζονται μόνοι τους ή στα ιατρεία των Γενικών Ιατρών, οι γενικοί ιατροί συστήνουν ασθενείς στους ομοιοπαθητικούς, υπάρχουν 5 ομοιοπαθητικά νοσοκομεία στο ΗΒ, και τέλος το Royal London Homeopathic Hospital μόλις επαναλειτούργησε έπειτα από ανακαίνηση ύψους 30 εκατ. Ευρώ.

Παρ’ όλες τις συστηματικές επιθέσεις κατά της ομοιοπαθητικής, η χρήση και η άσκηση της από ομοιοπαθητικούς και ιατρούς εξακολουθεί να μεγαλώνει ανά τον κόσμο. Αυτό συμβαίνει διότι είναι αποτελεσματική για τους ασθενείς, και υπάρχει ολοένα και αυξανόμενος όγκος αποδείξεων από έρευνες που το υποστηρίζουν. Η ομοιοπαθητική προσφέρει οφέλη στους Έλληνες πολίτες όταν χρησιμοποιείται ως μέρος μίας ολοκληρωμένης παροχής υγείας.

Όμως για να υπάρξουν αυτά τα οφέλη είναι απαραίτητο να παρέχεται η ομοιοπαθητική από καλώς εκπαιδευμένους και ρυθμισμένους επαγγελματίες είτε αυτοί είναι ιατροί είτε ομοιοπαθητικοί μη ιατροί».